Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2009

Ορίζοντας 2020- Κλιματική Αλλαγή και Α.Π.Ε.

Ειρήνη Σπέγκα 

Απόφοιτη του Μεταπτυχιακού Προγράμματος

«Ευρωπαϊκών & Διεθνών Σπουδών»


Μετά τη Σύνοδο Κορυφής το Μάρτιο του 2007, η Επιτροπή υιοθέτησε μια δέσμη αλληλένδετων μέτρων, καίριας σημασίας για την άσκηση της ευρωπαϊκής κλιματικής πολιτικής. Κύριος στόχος είναι η επίτευξη των «τριών 20» έως το 2020, που συνεπάγεται μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 20% (με έτος βάσης το 1990), αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ (Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας) στο 20% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας και αύξηση της συνολικής ενεργειακής αποδοτικότητας στο 20%. Βασικό χαρακτηριστικό στοιχείο της πολιτικής αυτής είναι ότι ο νέος στόχος αφορά και στα 27 κράτη-μέλη της Ένωσης.

Οι κατευθυντήριες αρχές της νέας πολιτικής, είναι οι εξής: αποτελεσματικότητα των μέτρων (πολιτική αξιοπιστία), ευελιξία (επιλογή καταλληλότερων μέσων), δικαιοσύνη (επιμερισμός βαρών), οικονομική αποδοτικότητα, εξελισιμότητα-διάρκεια (συστηματική διατήρηση της πρωτοπορίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης), επικουρικότητα, προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού εντός της Κοινότητας και διαφύλαξη της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. 

  Μέσα στο πιο πάνω διαγραφόμενο πλαίσιο, η Επιτροπή πρότεινε στις 23 Ιανουαρίου 2008 μια δέσμη μέτρων εφαρμογής για τους στόχους της Ε.Ε. σχετικά με την κλιματική αλλαγή και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για το 2020. Οι προτάσεις της Επιτροπής αφορούν: α) τη βελτίωση και τη διεύρυνση του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου της ΕΕ, β) την τήρηση των δεσμεύσεων της Κοινότητας για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου μέχρι το έτος 2020 και, γ)την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

Μέχρι σήμερα έχουν γίνει ορισμένες προσπάθειες αξιολόγησης της παραπάνω δέσμης μέτρων, ένα δείγμα των οποίων παραθέτεται στις γραμμές που ακολουθούν. Ειδικότερα, ο Κώστας Κατσιμπάρδης σχολιάζει τη συγκεκριμένη δέσμη μέτρων της Επιτροπής, θεωρώντας την από τη μια πλευρά αρκετά φιλόδοξη και πρωτοποριακή ειδικά προς τους νέους μηχανισμούς και τις αρχές που εισάγει. Ωστόσο, σημειώνει ότι «δεν φαίνεται ιδιαιτέρα πειστικό ως προς την τελική περιβαλλοντική αποτελεσματικότητά του, καθώς -για μια ακόμη φορά- η (υπερ)ευελιξία και η οικονομική αποδοτικότητα κυριαρχούν»1

Τα βασικά επιχειρήματα, στα οποία στηρίζει την παραπάνω κριτική του, αφορούν στην μέχρι τώρα, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάζει η ίδια η Επιτροπή, ανεπαρκή πολιτική της Ένωσης για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Τέλος, σημειώνει ότι η συνολική δυναμική της νέας κλιματικής στρατηγικής της Ένωσης εκπέμπει κάποιο είδος αισιοδοξίας, παρότι η εκπλήρωσή τους παραμένει ένα δύσκολο εγχείρημα. 

Από την άλλη πλευρά, πολύ αισιόδοξοι είναι οι κύκλοι της Ένωσης σχετικά με την πορεία και την εξέλιξη της εν λόγω πρότασης της Επιτροπής. Αναλυτικότερα, ο Σταύρος Δήμας σημειώνει ότι οι νέοι μηχανισμοί που εισάγονται από αυτήν τη πρόταση της Επιτροπής από την μια πλευρά «θα εισάγουν σημαντικές αλλαγές, οι οποίες θα βελτιώσουν το σύστημα», και από την άλλη πλευρά ότι θα επιτρέψει στην Ένωση να πετύχει τους στόχους της. Τέλος, υπογραμμίζει ότι  «όλα αυτά, σύμφωνα με μελέτες που έχουμε κάνει, έχουν τεράστια οικονομικά οφέλη, πέραν των περιβαλλοντικών»2. δεδομένου ότι πλέον η εξάρτηση της Ένωσης στον τομέα της ενέργειας θα περιοριστεί, αφού θα εξοικονομείται ενέργεια μέσω των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του Πρόεδρου  της Επιτροπής, κ. José Manuel Barroso: «...Η δέσμη μέτρων που προτείνουμε, αντιμετωπίζει όχι μόνο την πρόκληση αυτή (κλιματική αλλαγή), αλλά και την πρόκληση της ενεργειακής ασφάλειας, είναι δε μια ευκαιρία για να δημιουργηθούν χιλιάδες νέες επιχειρήσεις και εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην Ευρώπη. Οφείλουμε να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία αυτή». 3

Πράγματι, η παρούσα πρόταση της Επιτροπής είναι καινοτόμος σε μια νέα εποχή που έχει ξεκινήσει μετά το 2005, όπου τέθηκε σε εφαρμογή το Πρωτόκολλο του Κιότο. Συνεπώς, η Κοινότητα θέλει πάση θυσία πρωτίστως να ρυθμίσει εκείνη τους κανόνες του παιχνιδιού, και ακολούθως να ηγηθεί με πρωτοπορία οποιαδήποτε προσπάθειας αντιμετώπισης του φαινομένου του θερμοκηπίου. Ουσιαστικά πλέον το ζητούμενο δεν είναι αν η Ένωση μπορεί να παίξει ηγετικό ρόλο στη διεθνή διαπραγμάτευση για την κλιματική αλλαγή, αλλά ποιο μέσο θα διαλέξει για να παίξει αυτό το ρόλο. 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου